Δημοσιεύτηκε στις September, 12 2022
Παραδοσιακά, σε περιοχές όπου η επάρκεια νερού αποτελούσε πάντα πρόκληση, οι τοπικές κοινωνίες εφάρμοζαν ποικίλους τρόπους για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της λειψυδρίας. Ανάμεσα σε διάφορα τεχνικά έργα (π.χ. στέρνες, γκιόλες, νεραύλακα κλπ), οι μικροί λίθινοι αναβαθμοί κατά μήκος των κοιτών ρεμάτων περιοδικής ροής, αποτελούσαν μια παραδοσιακή πρακτική διαχείρισης του νερού στα νησιά της Μεσογείου, η οποία ιστορικά χάνεται στον χρόνο. Ο σκοπός των αναβαθμών -ή φράγματα ανάσχεσης ή δέσεις όπως είναι επίσης γνωστά σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας- ήταν η μείωση της κλίσης του ρέματος και η συλλογή μικρών ποσοτήτων νερού για την άρδευση των παρακείμενων καλλιεργειών και το πότισμα των ζώων.
Ωστόσο, οι υπηρεσίες που πρόσφεραν αυτές οι παραδοσιακές κατασκευές ήταν πολύ περισσότερες από τις προφανείς και σχετίζονταν επιπλέον με την αντιπλημμυρική και αντιδιαβρωτική προστασία, τον εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφορέων, αλλά και τη διατήρηση της βιοποικιλότητας. Η χρήση τους για τη διαχείριση του νερού αναφέρεται στη Μινωική εποχή, ενώ πιο πρόσφατα καταγράφεται ως συστηματική πρακτική ήδη από το 1930. Οι δέσεις χρησιμοποιούνται και στα έργα ορεινής υδρονομίας για τη συγκράτηση του εδάφους μετά από πυρκαγιές, ενώ στον νησιωτικό χώρο, υπάρχουν δύο αξιόλογες περιπτώσεις: α) στην Απείρανθο της Νάξου όπου υπό τον αείμνηστο Μ. Γλέζο σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν 66 μικρά φράγματα ανάσχεσης, και β) στον Καραβά των Κυθήρων από το Κυθηραϊκό Ίδρυμα Πολιτισμού & Ανάπτυξης (ΚΙΠΑ) και το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA), όπου συνολικά προστέθηκαν 26 λίθινοι αναβαθμοί σε ένα δίκτυο παλαιότερων δέσεων, σε μήκος περίπου 2,5 χλμ.
Στη Νάξο και τα Κύθηρα, η θετική επίδραση των αναβαθμών καταγράφηκε από τις μαρτυρίες των κατοίκων των περιοχών αυτών. Ωστόσο, η έλλειψη ενός συστηματικού και επιστημονικού τρόπου καταγραφής των αποτελεσμάτων, ήταν ένα κενό που απέτρεπε τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου αφηγήματος σχετικά με τη χρησιμότητα των δέσεων για τις τοπικές νησιωτικές κοινωνίες.
Για να καλυφθεί αυτό το κενό, το WWF Ελλάς, το Μεσογειακό Ινστιτούτο για τη Φύση και τον Άνθρωπο (MedINA), το Ινστιτούτο Σπηλαιολογικών Ερευνών Ελλάδας (ΙΝΣΠΕΕ), ο Δήμος Πάρου και η ΔΕΥΑ Πάρου, μαζί με τη συνδρομή της ομάδας «Μπουλούκι» και του Φεστιβάλ Πάρου, σχεδίασαν και υλοποιούν ένα πρόγραμμα κατασκευής μικρών δέσεων στον Καβουροπόταμο της Πάρου. Πρόκειται για ένα πιλοτικό έργο που θα καταδείξει τα πλεονεκτήματα που σχετίζονται με την αναβίωση των λίθινων αναβαθμών σε ρέματα περιοδικής ροής των νησιών του Αιγαίου και συγκεκριμένα στοχεύει στην τεκμηρίωση της χρησιμότητας του συστήματος των μικρών λίθινων αναβαθμών στα εξής:
- Στην τροφοδότηση των υπόγειων υδροφορέων σε άνυδρα νησιά. Οι μικροί αναβαθμοί, οδηγούν στη μείωση της ταχύτητας ροής του νερού και στη συγκράτηση του, με αποτέλεσμα να αυξάνονται σημαντικά οι ποσότητες που κατεισδύουν προς τους υπόγειους υδροφορείς.
- Στη σημασία τους για τη βιοποικιλότητα. Οι ρηχές λιμνούλες που σχηματίζονται από τους αναβαθμούς είναι μικρές οάσεις για τα άνυδρα νησιωτικά συστήματα, αποτελώντας έτσι κατάλληλα ενδιαιτήματα για πολλά είδη χλωρίδας και πανίδας. Οι μικρές αυτές συγκεντρώσεις νερού αποτελούν πολλές φορές τις μοναδικές περιοχές όπου τα ζώα των νησιών μπορούν να βρουν νερό κατά τους άνυδρους καλοκαιρινούς μήνες.
Το πρόγραμμα ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2021 και επί ένα χρόνο παρακολουθούσαμε την κατάσταση στον Καβουροπόταμο, καταγράφοντας ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά της χλωρίδας και της πανίδας της περιοχής, καθώς και των τύπων οικότοπων. Μεταξύ των σημαντικών ευρημάτων είναι η παρουσία ενός μικρού πληθυσμού του βαλκανικού βάτραχου (Pelophylax kurtmuelleri) καθώς και η καταγραφή – για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια – ενός μόνο ατόμου ποταμοκάβουρα (Potamon hippocrate). Ειδικά για τον ποταμοκάβουρα, οι ντόπιοι περιέγραφαν ότι στο παρελθόν ο πληθυσμός του ήταν ιδιαίτερα πυκνός, ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίες είχε εξαφανιστεί από την περιοχή. Η συλλογή των δεδομένων περιλαμβάνει επιπλέον και μετρήσεις της στάθμης του υπόγειου υδροφορέα, ενώ δεδομένα αναμένεται να ανακτηθούν και από την ΔΕΥΑ Πάρου.
Την προκαταρκτική παρακολούθηση και την αδειοδοτική διαδικασία ακολούθησε ανοιχτή εκδήλωση παρουσίασης και συζήτησης για τα δράσεις και τα προσδοκόμενα αποτελέσματα στην κοινωνία της Πάρου και κατασκευή των δέσεων στον Καβουροπόταμο, στις αρχές Ιουνίου του 2022. Συνολικά κατασκευάστηκαν 34 αναβαθμοί σε μήκος 1.300 μέτρων, χρησιμοποιώντας πέτρες μέσα από το ρέμα, ενώ η χρήση συνδετικού υλικού περιορίστηκε μόνο σε 6 εξ αυτών. Η επιλογή της θέσης τους καθόρισε και τις διαστάσεις, με το μεγαλύτερο από αυτά να μην ξεπερνάει το μισό μέτρο ύψος και τα 4-5 μέτρα μήκος. Οι πρώτες μέρες του έργου ωστόσο είχαν και έντονα εκπαιδευτικό άρωμα. Η ομάδα «Μπουλούκι» και το Φεστιβάλ Πάρου οργάνωσαν και συντόνισαν ένα εργαστήρι φυσικής δόμησης, στο πλαίσιο του οποίου 15 εθελοντές από όλη την Ελλάδα διδάχτηκαν τον τρόπο κατασκευής των μικρών λίθινων αναβαθμών από μάστορες του νησιού, ενώ συνέβαλαν στην ολοκλήρωση 13 δέσεων.
Για τον επόμενο χρόνο, οι συστηματικές επισκέψεις για την παρακολούθηση των βιοτικών (χλωρίδα, πανίδα, οικότοποι) και των αβιοτικών (στάθμη νερού) παραμέτρων θα συνεχιστούν, με στόχο να γίνει η σύγκριση με τα στοιχεία που συλλέχθηκαν πριν την κατασκευή και να τεκμηριωθεί η αξία των μικρών φραγμάτων. Επιπλέον γίνονται προσπάθειες για ευρύτερες συνεργασίες προκειμένου να επεκταθεί η παρακολούθηση των βιοτικών και αβιοτικών παραμέτρων για τα επόμενα 3-4 χρόνια, ώστε υπάρχουν περισσότερα δεδομένα και να έχουμε καλύτερη εικόνα για την συνεισφορά και τις επιπτώσεις τους. Ήδη, η πρώτη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων του έργου στην Πάρο έχει κινητοποιήσει το ενδιαφέρον των πολιτών και των δημοτικών αρχών άλλων νησιών των Κυκλάδων, με την πρόθεση να επαναλάβουν και το ίδιο εγχείρημα. Η πολιτιστική μνήμη, η απλότητα και το χαμηλό κόστος των κατασκευών αυτών, καθώς και οι ολοένα αυξανόμενες συνέπειες από την έλλειψη νερού και τις πλημμύρες, φαίνεται ότι επαναφέρουν στο προσκήνιο παραδοσιακές πρακτικές όπως αυτή. Οι σύγχρονες τάσεις στην επιστήμη, αλλά και την ευρωπαϊκή νομοθεσία, ευνοούν την υιοθέτηση τέτοιων «πράσινων υποδομών».
Με την ολοκλήρωση του προγράμματος στην Πάρο, φιλοδοξούμε να έχουμε τεκμηριώσει με συστηματικό τρόπο τη σημασία των δέσεων για τις τοπικές κοινωνίες και την προστασία της φύσης, και αυτό να αποτελέσει εφαλτήριο, ώστε τέτοιες πρωτοβουλίες να πραγματοποιούνται πλέον πιο εύκολα, αποτρέποντας έτσι την προώθηση μεγάλων, κοστοβόρων και περιβαλλοντικά επιζήμιων τεχνικών έργων.