Δημοσιεύτηκε στις November, 11 2020
Οι ποσότητες νερού που έπεσαν στις 9 και 10 Νοεμβρίου στο νησί της Κρήτης ήταν τεράστιες. Οι επιστήμονες έχουν επανειλημμένα κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Οι επιπτώσεις από την ραγδαία μεταβολή του κλίματος -υπεύθυνος για την οποία είναι ο άνθρωπος- θα είναι ολοένα και αυξανόμενες. Τέτοια φαινόμενα θα τα συναντάμε πλέον πιο συχνά, είτε θέλουμε, είτε όχι, είτε είμαστε προετοιμασμένοι, είτε όχι.
Ωστόσο, είναι επιτακτικό να αναγνωρίσουμε ότι οι πιο ευάλωτες περιοχές στις φυσικές καταστροφές είναι εκείνες στις οποίες έχουμε επέμβει υπέρμετρα. Το παράδειγμα της Κρήτης είναι το πλέον χαρακτηριστικό.
Ειδικότερα, στην Ασή Γωνιά, στ’ Ασκύφου, στην περιοχή του φράγματος Ποταμών δεν ακούστηκαν καταστροφές, παρά το ύψος βροχής. Οι τοπικές κοινωνίες είναι προσαρμοσμένες στα έντονα καιρικά φαινόμενα και σέβονται τα κρίσιμα χαρακτηριστικά του τοπίου, όπως είναι τα ρέματα.
Αντιθέτως, σε παράκτιες περιοχές, οι ανθρώπινες παρεμβάσεις έχουν υποβαθμίσει δραματικά τα φυσικά οικοσυστήματα και οι καταστροφές είναι ανυπολόγιστες, παρά τα μικρότερα ύψη βροχόπτωσης. Ως παραδείγματα μπορούν να αναφερθούν τρεις περιοχές ανατολικά της πόλης του Ηρακλείου, οι οποίες έχουν γνωρίσει μεγάλη οικιστική ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες: οι περιοχές των Γουρνών, οι Γούβες και η Ανάληψη Χερσονήσου. Οι αεροφωτογραφίες από το Κτηματολόγιο κάνουν σαφές ότι η ανάπτυξη ήρθε σε βάρος των ρεμάτων. Εξαφανίσαμε τα ρέματα και οικοδομήσαμε πάνω τους σε κάποιες περιπτώσεις, περιορίσαμε την κοίτη τους και χτίσαμε δίπλα τους σε άλλες. Τα ρέματα αυτά ήταν εποχικά και συνήθως «έτρεχαν» σπάνια, ωστόσο αυτό δεν ισχύει πλέον. Με την αυξανόμενη ένταση και συχνότητα των κλιματικών φαινομένων, κανένας δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής.
Αν κάποιος αναζητήσει τις ευθύνες, είναι πιθανόν να χαθεί στον χρόνο και στην πολυπλοκότητα των περιπτώσεων. Οι παρεμβάσεις μπορεί να ξεκινάνε δεκαετίες πριν, ενώ οι ευθύνες μοιράζονται μεταξύ των πολιτών, των αιρετών, της διοίκησης και τους κράτους. Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία, είναι να αναζητήσουμε πώς μπορούμε να αποτρέψουμε στο μέλλον αντίστοιχες καταστροφές. Υπάρχουν πολλές φωνές που ζητάνε περισσότερα αντιπλημμυρικά έργα, καθαρισμούς βλάστησης και αναχώματα στις κοίτες των ποταμών. Είναι όμως αυτή η λύση για να αντιμετωπίσουμε τη βιαιότητα των φαινομένων; Τόσα χρόνια που προκρίνονται τέτοιες λύσεις, έχουν αποδώσει; Η απάντηση μάλλον είναι όχι.
Εναλλακτικά, υπάρχουν και εκείνοι που μιλάνε για σεβασμό στις φυσικές διεργασίες και το τοπίο. Οι λύσεις υπάρχουν και βασίζονται στη φύση. Η αποκατάσταση υγροτοπικών εκτάσεων, των ρεμάτων και των πλημμυρικών περιοχών που αυτά συνορεύουν είναι μερικές μόνο προτάσεις που θα βοηθούσαν ουσιαστικά να λυθούν προβλήματα που προκύπτουν από τα έντονα φυσικά φαινόμενα. Ωστόσο, χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις σε πολιτικό, κοινωνικό και ατομικό επίπεδο. Κάποια στιγμή είναι σίγουρο ότι οι καταστάσεις θα μας στρέψουν προς αυτή την κατεύθυνση, το ιδανικό όμως είναι να στραφούμε μόνοι μας, πριν αναγκαστούμε και πριν να είναι αργά.
Του Θάνου Γιαννακάκη