Κώδωνας κινδύνου για την προστασία της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη

Posted on October, 30 2020

Τα ευρήματα της πρόσφατης έκθεσης για την κατάσταση της φύσης στην ΕΕ είναι σημαντικά και, δυστυχώς, άκρως ανησυχητικά. Θα μπορέσει η νέα Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη βιοποικιλότητα να αντιστρέψει την αρνητική εικόνα; Ποιες είναι οι προκλήσεις για Ευρώπη και Ελλάδα;

Η προηγούμενη εβδομάδα ξεκίνησε με απογοητευτικά νέα για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη, καθώς η δημοσίευση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος της Έκθεσης για την κατάσταση της φύσης κατέδειξε ότι η πρόοδος που συντελέστηκε κατά την τελευταία εξαετία είναι κάθε άλλο παρά ικανοποιητική. Ωστόσο, η εβδομάδα τελείωσε με ένα ελπιδοφόρο μήνυμα: το Συμβούλιο Υπουργών Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) ενέκρινε τη νέα Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη βιοποικιλότητα μέχρι το 2030, από την αποτελεσματική εφαρμογή της οποίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό κατά πόσο η ΕΕ θα καταφέρει να αντιμετωπίσει επαρκώς την απώλεια βιοποικιλότητας. Αυτό ήταν και το βασικό μήνυμα της σχετικής Αναφοράς που συνέταξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Πρόκειται για ένα κρίσιμο ευρωπαϊκό στοίχημα, ενώ εξίσου κομβικές είναι οι προκλήσεις που αφορούν τη χώρα μας.

Η έκθεση για την κατάσταση της φύσης στην Ευρώπη

Η έκθεση του ΕΟΠ “Η κατάσταση της φύσης στην ΕΕ - τα αποτελέσματα των αναφορών στο πλαίσιο των οδηγιών για τη φύση 2013-2018” αποτελεί μια συνεκτική αξιολόγηση της κατάστασης της φύσης στην Ευρώπη. Βασιζόμενη στις εκθέσεις των κρατών μελών για την πληθυσμιακή κατάσταση των άγριων πτηνών και την κατάσταση διατήρησης οικοτόπων και ειδών που προστατεύονται από τις οδηγίες για τη φύση, η έκθεση του ΕΟΠ καταδεικνύει ότι η απώλεια της βιοποικιλότητας στην Ευρώπη συνεχίζεται με ανησυχητικό ρυθμό.

Πιο συγκεκριμένα, λιγότερα από τα μισά είδη άγριων πτηνών (47%) βρίσκονται σε καλή πληθυσμιακή κατάσταση, ενώ αντίστοιχα υψηλό είναι το ποσοστό των ειδών των πτηνών με ανεπαρκή ή κακή κατάσταση (39%). Οι δε πληθυσμιακές τάσεις είναι ακόμα περισσότερο ανησυχητικές καθώς, για παράδειγμα, οι μακροχρόνιες φθίνουσες τάσεις έχουν πλέον ξεπεράσει τις αντίστοιχες αυξητικές για τα είδη που αναπαράγονται στην Ευρώπη (30% έναντι 23% αντίστοιχα). Σε ό,τι αφορά τους τύπους οικοτόπων, τα 3/4 βρίσκονται σε ανεπαρκή ή κακή κατάσταση διατήρησης, ενώ συνολικά η κατάσταση διατήρησης εξακολουθεί να φθίνει για το 1/3 των οικοτόπων. Αντίστοιχη είναι η εικόνα που αφορά τα είδη: μόλις το 27% των ειδών έχουν καλή κατάσταση διατήρησης, ενώ θετικές τάσεις χαρακτηρίζουν την κατάσταση διατήρησης για μόλις 6% των ειδών.

Στις κυριότερες αιτίες που καταγράφονται για αυτήν την ανησυχητική κατάσταση ξεχωρίζουν η γεωργία και η αστικοποίηση, οι οποίες ευθύνονται για το μεγαλύτερο ποσοστό των πιέσεων σε οικοτόπους (56,50% και 44,42% αντίστοιχα), ενώ παρόμοια είναι η σημασία αυτών των πιέσεων για τα είδη (55,73 και 41,43%).

Η έκθεση για την Ελλάδα

Η έκθεση περιλαμβάνει ενδιαφέροντα στοιχεία για την Ελλάδα. Σχετικά με τους οικοτόπους, η έκθεση αναφέρει ότι σχεδόν οι μισοί (48,31%) από τους τύπους οικοτόπων που αξιολογήθηκαν κατά την περίοδο 2012-2018 έχουν ικανοποιητική κατάσταση διατήρησης, έναντι ποσοστού 41,57% που έχουν ανεπαρκή κατάσταση, και 5,62% κακή. Απογοητευτική, ωστόσο, είναι η εικόνα για τα προστατευόμενα είδη. Ειδικότερα, από τα είδη που αξιολογήθηκαν, 35,02% έχουν ικανοποιητική κατάσταση ενώ 42,42% έχουν ανεπαρκή και 12,46% κακή. Σημαντικό είναι και το ποσοστό των ειδών για το οποίο είναι άγνωστη η κατάσταση (10,10%).

Αντίστοιχες είναι και οι τάσεις σε ό,τι αφορά το μη ικανοποιητικό καθεστώς διατήρησης. Για τους οικοτόπους, το μη ικανοποιητικό καθεστώς παραμένει σταθερό (59,52%) και μόλις σχεδόν το 1/3 (30,95%) φαίνεται να βελτιώνεται. Ωστόσο, σε ό,τι αφορά τα είδη, μεγάλο ποσοστό είναι είτε μειούμενο (35,58%) είτε άγνωστο (48,47%) και μόλις 3,68% και 12,27% αναφέρεται ως βελτιούμενο ή σταθερό αντίστοιχα.

Σε ό,τι αφορά τις πιέσεις, η έκθεση αναφέρει ως σημαντικότερες για την Ελλάδα τη γεωργία και τις οικιστικές, εμπορικές, βιομηχανικές και τουριστικές υποδομές (58,43% και 52,81% αντίστοιχα).

Έγκριση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα από το Συμβούλιο Υπουργών

Η νέα Ευρωπαϊκή Στρατηγική θέτει ως στόχο την ενίσχυση του δικτύου Natura με σκοπό την επίτευξη νομικής προστασίας για το 30% της θαλάσσιας και της χερσαίας έκτασης της ΕΕ, αυστηρή προστασία για το 10% της έκτασης, ενίσχυση της συνεκτικότητας μέσω της ενσωμάτωσης οικολογικών διαδρόμων, καθώς και «αποτελεσματική διαχείριση όλων των προστατευόμενων περιοχών, με τον καθορισμό σαφών στόχων και μέτρων διατήρησης και την κατάλληλη παρακολούθησή τους».

Όπως τονίζει τόσο η Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη βιοποικιλότητα όσο και τα συμπεράσματα του Συμβουλίου των Υπουργών Περιβάλλοντος, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αιτιών απώλειας της βιοποικιλότητας απαιτούνται συντονισμένες πολιτικές και μέτρα που αφορούν σε όλους τους τομείς πολιτικής, όπως ενέργεια, μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης με έμφαση στις λύσεις που στηρίζονται στη φύση, βιώσιμη διαχείριση φυσικών πόρων κυρίως σε ό,τι αφορά τη γεωργία και την αλιεία, βιώσιμα συστήματα τροφίμων, αποτελεσματική προστασία από τη ρύπανση, αντιμετώπιση των χωροκατακτητικών ειδών κ.α.. Κομβικό στοιχείο για την επίτευξη των στόχων αυτών θα είναι η διασφάλιση των αναγκαίων πόρων και της χρηματοδότησης για την εφαρμογή των απαιτούμενων μέτρων και δράσεων.

Ελλάδα και Ευρωπαϊκή Στρατηγική για τη βιοποικιλότητα: ανάγκη για πολυδιάστατη διατομεακή πολιτική

Η Ελλάδα υπολείπεται κατά πολύ από την επίτευξη των στόχων αυτών. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραπέμψει την Ελλάδα στο Δικαστήριο της ΕΕ  για μη συμμόρφωση με την οδηγία για τους οικοτόπους, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη μη θεσμοθέτηση στόχων διατήρησης και μέτρων διατήρησης όπως απαιτείται από την οδηγία αυτή. Ενώ έχουν ληφθεί ορισμένες πρωτοβουλίες από το ΥΠΕΝ, κυρίως με το εν εξελίξει έργο για την εκπόνηση Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών για όλες τις περιοχές Natura της χώρας, θα πρέπει να ληφθούν άμεσα τα απαιτούμενα μέτρα προστασίας και αποκατάστασης των ευαίσθητων οικοσυστημάτων, και να διασφαλιστεί επαρκής χρηματοδότηση για την εφαρμογή και υλοποίησή τους.

Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι μια από τις μεγαλύτερες πιέσεις και απειλές για την Ελλάδα είναι η ανάπτυξη και κατασκευή υποδομών (οικιστικών, βιομηχανικών, αναψυχής κλπ), θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι οι επιπτώσεις των έργων αυτών στο φυσικό περιβάλλον και ειδικότερα στα προστατευτέα αντικείμενα θα αξιολογούνται επαρκώς και δεόντως. Οι πρόσφατες τροποποιήσεις της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης με τον νόμο 4685/2020 εγείρουν σοβαρές ανησυχίες για τη συμμόρφωση της χώρας μας με το ενωσιακό δίκαιο και δεν συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την προστασία και την αποκατάσταση της φύσης.

Σε αυτό το πλαίσιο, κομβικό ρόλο διαδραματίζει και η αναμόρφωση του χωροταξικού σχεδιασμού (χερσαίου και θαλάσσιου). Τον Αύγουστο το ΥΠΕΝ έθεσε σε δημόσια διαβούλευση σχέδιο νόμου (βλ. σχόλιά μας στη διαβούλευση), το οποίο αναμένεται να κατατεθεί σύντομα στη Bουλή για ψήφιση. Ο χωροταξικός σχεδιασμός θα πρέπει να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις πιέσεις των αλλαγών χρήσεων γης στη βιοποικιλότητα και τα ευαίσθητα οικοσυστήματα. Προς αυτήν την κατεύθυνση, μεγάλη σημασία έχει και ο επιχειρούμενος περιορισμός της εκτός σχεδίου δόμησης, η οποία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την εξάπλωση των οικιστικών, τουριστικών κλπ υποδομών που η έκθεση του ΕΟΠ αναγνωρίζει ως σημαντικό παράγοντα υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα. Αντίστοιχα σημαντική είναι η εκπόνηση θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων, προκειμένου ο θαλάσσιος χώρος να αποκτήσει έναν ολοκληρωμένο και βασισμένο στην οικοσυστημική προσέγγιση σχεδιασμό που θα συντελέσει στην προστασία της θαλάσσιας βιοποικιλότητας και στη βιώσιμη ανάπτυξη των παραγωγικών δραστηριοτήτων.

Κρίσιμο στοίχημα για το μέλλον: από λόγια σε πράξεις

Παρά τα απογοητευτικά συμπεράσματα της έκθεσης για την κατάσταση της φύσης στην Ευρώπη, η στήριξη της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής από το Συμβούλιο των Υπουργών ανοίγει τον δρόμο για την αντιμετώπιση της απώλειας της βιοποικιλότητας. Ωστόσο, η επιτυχία της στρατηγικής αυτής θα κριθεί από την εφαρμογή της στην πράξη. Απαιτούνται συντονισμένες προσπάθειες, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, προκειμένου, σε έξι χρόνια από σήμερα, η επόμενη έκδοση της έκθεσης για την κατάσταση της φύσης να περιέχει σαφείς ενδείξεις ότι η βιοποικιλότητα στην Ευρώπη έχει ήδη μπει σε τροχιά ανάκαμψης προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία, η ευημερία και η βιώσιμη ανάπτυξη για τους πολίτες της.

 

Σοφία Κόπελα

Γιώργος Μελισσουργός

© Andrea Bonetti / WWF Ελλάς